Η αναβίωση της κασέτας

Φετίχ, νοσταλγία ή χιπστεριά;

September 1, 2022/Pylos Live Hangover/5 min. read

Η αναβίωση της κασέτας: Φετίχ, νοσταλγία ή χιπστεριά;

Λίγοι πια θυμούνται το πώς γραφόταν η λέξη κασέτα. Η σωστή ορθογραφία της απαιτούσε δύο σίγμα και δύο ταφ, δηλαδή κασσέττα.

Μπορεί αυτή η γραφή της κασέτας να πέρασε ανεπιστρεπτί ωστόσο το μαγνητικό μέσο αποθήκευσης φαίνεται ότι έχει πολλούς πια νοσταλγούς και έχει κάνει το δικό του revival ακολουθώντας την επιστροφή του βινυλίου.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε αυτόν τον καιρό για το 2020 ένα από τα μεγαλύτερα on line καταστήματα διακίνησης μουσικού υλικού, το Discogs, πουλήθηκαν πέρυσι περίπου 300.000 κασέτες σε όλο τον πλανήτη, παρουσιάζοντας μια αύξηση της τάξης του 33,33 % σε σχέση με το προηγούμενο έτος!

H κασέτα Tame Impala – «The Slow Rush», παραγωγής 2020 έκανε τις μεγαλύτερες πωλήσεις της χρονιάς στο Ηνωμένο Βασίλειο! το rock πρότζεκτ του Kevin Parker ενώ κυκλοφόρησε επίσης σε διπλό βινύλιο και CD, πολλοί προτίμησαν την έκδοση της κασέτας! Επίσης οι καινούργιες δουλειές των Sports Team, Blossoms, Dua Lipa, The Strokes και Ozzy Osbourne και Lady Gaga συγκαταλέγονται στις 20 κασέτες με τις μεγαλύτερες πωλήσεις της χρονιάς που πέρασε. Στη Βρετανία, οι πωλήσεις κασετών το 2020 διπλασιάστηκαν από το προηγούμενο έτος και ανήλθαν σε περισσότερες από 156.000.

Οι κασέτες, όπως φαίνεται, δεν είναι το ξεπερασμένο format που πολλοί άνθρωποι μπορεί να την έχουν ξεχάσει. Σε τελική ανάλυση, αμέτρητες μπάντες και σόλο καλλιτέχνες έχουν ενσωματώσει κασέτες στα πακέτα κυκλοφορίας τους τα τελευταία χρόνια, καθώς ένας υπολογίσιμος αριθμός πια ατόμων επιλέγει κασέτα, χωρίς ωστόσο ακόμη να είναι ανταγωνιστικός με το CD, πόσο μάλλον με το βινύλιο. Ας μην ξεχνάμε, επίσης, τους διοργανωτές της Cassette Store Day, η οποία πραγματοποιείται εδώ και 9 χρόνια σε μια ετήσια γιορτή της κασέτας.

Ποιοι διάολο αγοράζουν κασέτες το 2022; Είναι μόνο χιπστεράδες; Γιατί σε αυτούς αρχικά είχε χρεωθεί η αναβίωση της κασέτας και τα πρώτα ανεβασμένα νούμερα πώλησης κασετών το 2014. Στο revival αυτό συνέβαλε σημαντικά μια κινηματογραφική σκηνή της πετυχημένης ταινίας επιστημονικής φαντασίας «Guardians of the Galaxy» (Φύλακες του Γαλαξία) της Marvel Comics, που προβλήθηκε στις αίθουσες την ίδια χρονιά.

Η μαγική στιγμή που ανάμεσα σε τέρατα και σκηνές από το μέλλον ο πρωταγωνιστής λαμβάνει δώρο μια κασέτα την ανοίγει, την βάζει στο μαγνητόφωνο και πατά το play κινώντας την περιέργεια ενός υπερήρωα που κοιτά με περιέργεια το άγνωστο αντικείμενο! Η σκηνή είναι τόσο δυνατή που αποτυπώθηκε και προκάλεσε, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ένα ολόκληρο revival, που ενισχύθηκε με την κυκλοφορία του soundtrack της ταινίας σε κασέτα! Ο πρωταγωνιστής της ταινίας έδωσε και συνέχεια καθώς ακούει την κασέτα σ’ ένα κλασσικό walkman της Sony και προχωρά χορεύοντας! Να σημειωθεί ότι η ταινία μετά το δεύτερο μέρος του 2017, ετοιμάζει και τρίτο για το 2021.

Awesome Mix 1, World’s most exact Guardians of the Galaxy tape replica, from Walkman Archive

Το θέμα είναι ότι η κασέτα δεν εκφράζει πια μόνο τους πιτσιρικάδες που πήγαν να κάνουν μόδα την κασέτα επιβάλλοντας διαφορετικό από τους άλλους κατά την προσφιλή τους συνήθεια, αλλά στην επιστροφή της συμμετέχουν πια όλο και περισσότεροι νοσταλγοί μιας άλλης εποχής.
Όσοι έζησαν τις δεκαετίες του 70 και 80 θα είχαν χρησιμοποιήσει σίγουρα ένα μολύβι για να γυρίσουν την ταινία με τα δοντάκια της κασέτας στην αρχή! Άλλο ένα είδος προς εξαφάνιση, το μολύβι που παραπέμπει στην κασέτα, όσο για τη γόμα είναι παντελώς ρετρό (κι όμως έκαναν την εμφάνισή τους στην καραντίνα για να σβήνουν κάθε φορά την ημερομηνία και την ώρα στο χαρτί εξόδου από το σπίτι !).

Να σημειωθεί ότι η κασέτα στη εποχή αυτή, πολλές φορές συναγωνιζόταν σε πωλήσεις το βινύλιο γιατί ήταν πιο χρηστική καθώς μπορούσες να την βάλεις να παίξει στο αυτοκίνητο ή σ’ ένα φορητό κασετόφωνο στις διακοπές ή μαζί με την παρέα σου σε κάποιο μέρος ή να την αντιγράψεις σε μια άγραφη κασέτα για ένα φίλο. Ποιος δεν θυμάται την καντάδα που έκανε ο Νίκος Καλογερόπουλος μπροστά σε τρεις κοπέλες με το κασετόφωνο στον ώμο του χορεύοντας το «Rasputin» των Boney M.; Πολλές φορές μπαίναμε στο δίλλημα να πάρουμε αυτό το άλμπουμ σε δίσκο ή κασέτα αν και η τιμή ήταν πάνω κάτω η ίδια. Η απόφαση δινόταν ανάλογα της χρήσης που ήθελες να κάνεις. Σίγουρα πάντως το βινύλιο είχε άλλη αξία και βαρύτητα πάντα.

Επίσης ήταν εξαιρετικά δημοφιλής και διαδεδομένη η «πειρατική» αντιγραφή κασέτας από τα δισκάδικα, όπως και οι επιλογές κασετών των δισκοπωλών που λάμβαναν σωρηδόν παραγγελίες από τους πελάτες τους γραμμένες σε χαρτάκια! Συνήθως αυτό συνέβαινε στα συνοικιακά δισκάδικα και όχι σε μεγάλα και κεντρικά.

Η τιμή της κασέτας με επιλογή τραγουδιών που αντιγράφονταν από βινύλια ήταν κατά τι χαμηλότερη, από μια κασέτα εμπορίου σφραγισμένη. Για παράδειγμα μια 45άρα επιλογή κόστιζε 150 – 180 δραχμές έναντι περίπου 250 δραχμών της σφραγισμένης κασέτας εμπορίου που είχε περίπου την ίδια χρονική διάρκεια. Η αντιγραφή ενός ολόκληρου άλμπουμ σε άγραφη κασέτα κόστιζε τα περίπου τα μισά λεφτά της αξίας του δίσκου, δηλαδή 100-130 δραχμές συν την αξία της κασέτας. H «κασετοπειρατεία» κράτησε έως τις αρχές της δεκαετίας του 90 όταν η μουσική βιομηχανία αντιμετώπισε σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο αυτό (μετά ήρθε το φαινόμενο της πειρατείας των CD).

Η «Επιστροφή της Κασέτας» έγινε 10 χρόνια μετά την εξαφάνισή της, το 2004. Έως τότε άντεξε στην ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη και μάλιστα κρατήθηκε για μια γεμάτη δεκαετία, από το 1992-93, την χρονική στιγμή δηλαδή που η μουσική βιομηχανία έριξε για τα καλά το CD στην αγορά που κυριολεκτικά «κατάπιε» την κασέτα.

Μεγάλη στιγμή για την ιστορία της κασέτας ήταν όταν η Sony κυκλοφόρησε το 1979 το Walkman που εκτόξευσε την δημοφιλία της κασέτας, «μουσική εν κινήσει»! Αλήθεια ποιος έχει φυλάξει το παλιό του Walkman; Αυτό κι αν δεν είναι τρέλα. Όμως η επιστροφή της κασέτας έχει ξαναρίξει στην αγορά καινούργια γουόκμαν που παίζουν τις παλιές κασέτες για όσους έχουν κουραστεί ν’ ακούν μουσική από τον υπολογιστή ή το κινητό. Όσο για τα παλιά κασετόφωνα υπάρχουν μάστορες σήμερα που τα επιδιορθώνουν και τους δίνουν ξανά ζωή, όπως και τα παλιά πικάπ.

Ξέρετε ποιοι είναι εκείνοι που δεν πέταξαν τα κασετόφωνά τους και τα φυλάνε ως κόρη οφθαλμού; Μα οι μουσικοί φυσικά, καθώς εκεί έχουν ηχογραφήσει τα παλιά τους μουσικά αρχεία και τις εμπνεύσεις της στιγμής, πολλοί εξ αυτών στην καλύτερη και πιο δημιουργική περίοδό τους. Οι περισσότεροι από αμέλεια δεν τα έχουν ψηφιοποιήσει έτσι ένα κασετόφωνο και οι παλιές κασέτες είναι καλά φυλαγμένες στο σπίτι τους.

Η ιστορία της κασέτας ξεκινά στις αρχές της δεκαετίας του 60, όταν η Philips έριξε στην αγορά το πρώτο φορητό μαγνητόφωνο. Στην Ευρώπη η κυκλοφορία του διαφημίστηκε δεόντως από το ραδιοφωνικό σταθμό του Βερολίνου τον Αύγουστο του 1963 και την ίδια χρονιά στην Αμερική με το εμπορικό σήμα Compact Cassette (συμπαγής κασέτα), όρος που επικράτησε παρ΄ότι υπήρχαν και άλλα συστήματα μαγνητικής ταινίας (κασέτας) καθώς υπήρχαν επίσης τα μπομπινόφωνα και οι κασέτες 8-track που χρησιμοποιούσαν επίσης μαγνητική ταινία αλλά αποσύρθηκαν γρήγορα από την αγορά καθώς δεν μπόρεσαν να συναγωνιστούν τη κασέτα που ήταν πιο εύχρηστη.

Έως το 1966 είχαν πουληθεί 250.000 μαγνητόφωνα και εκατομμύρια κασέτες, έτσι η κασέτα έγινε το απόλυτο μέσο εγγραφής. Στην αρχή της δεκαετίας του 70 επικράτησε αυτό και στην Ιαπωνία. Στο τέλος της δεκαετίας του 70 η Sony εμφάνισε το γουώκμαν που γρήγορα έγινε η απόλυτη φορητή συσκευή ήχου, μικρών διαστάσεων και βάρους, με ενσωματωμένα ακουστικά, το οποίο επινόησε ο Ιάπωνας Ναμπουτόσι Κιχάρα, μηχανικός ήχου της Sony κατά παραγγελία του προέδρου της εταιρίας Ακίο Μορίτα που του ζήτησε μια μικρή συσκευή που θα μπορούσε να παίρνει μαζί του στα ταξίδια για ν’ ακούει όπερα που λάτρευε.

Στην ιστορία των συσκευών ξεχώρισαν και τα Hi-end κασετόφωνα, με υψηλή πιστότητα ήχου είναι τα μοντέλα των εταιριών Nakamichi και Teac.

Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί ένα μέρος των μουσικόφιλων στο αναχρονιστικό αυτό είδος ακρόασης μουσικής; Είναι μόνο νοσταλγία; Μήπως είναι ασπίδα η δημιουργία ενός μικρόκοσμου σε όλη αυτή τη χαώδη κατάσταση που επικρατεί έξω;

Τι νόημα έχει όταν έχεις στην συλλογή σου ένα δίσκο ή ένα cd να πάρεις το ίδιο άλμπουμ σε κασέτα; Πολλά τα ερωτήματα και ασαφείς οι απαντήσεις.

Ας σκεφτούμε πότε αγοράσαμε τελευταία φορά μια κασέτα ενός αγαπημένου καλλιτέχνη σας από ένα δισκοπωλείο; Η απάντηση στην καλύτερη περίπτωση και πιο πρόσφατα χρονολογικά θα είναι στη δεκαετία του 90! Ενώ αν σκεφτούμε το ίδιο για ένα βινύλιο κατά πάσα πιθανότητα οι περισσότεροι να έχουν μια πιο πρόσφατη ανάμνηση, ίσως και πολύ κοντινή.

Τώρα λοιπόν που το βινύλιο έγινε mainstream, έρχεται η κασέτα να σηκώσει ανάστημα! Τι μπορεί να συμβεί όμως, εάν συνεχιστεί αυτή η αναβίωση της ταπεινής κασέτας; Θα μπορούσαμε να δούμε το ίδιο που συνέβη με την καθολική αναβίωση του βινυλίου από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας μέχρι και σήμερα; Μάλλον όχι γιατί τότε θα ακυρωθεί όλη η τεχνολογική εξέλιξη! Μήπως τότε η κασέτα είναι το απόλυτο φετίχ της εποχής;

Μπορεί αυτή τη στιγμή να υπάρχει μία αναγέννηση του συγκεκριμένου φορμάτ και μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι εταιρείες έχουν ξεκινήσει και ξαναβγάζουν κασετόφωνα είτε φορητά είτε “φέτες” ενώ παράλληλα και μόνο την Αγγλία να πιάσουμε υπάρχει άνθηση των κασετοεταιρειών αλλά οι προσεκτικότεροι θα έχουν δει ότι ουσιαστικά οι κασέτες δεν έχουν σταματήσει ποτέ να παράγονται και να διακινούνται.

Στις αρχές των 90s ήταν οι κασέτες που στήριξαν είτε τον black metal ήχο είτε τη συνεχώς αναπτυσσόμενη noise σκηνή ενώ σήμερα concrète, electroacoustic, noise, ambient αλλά και hardcore, mathcore υλικό διακινείται έως και αποκλειστικά μέσω του κασετικού φορμάτ».

«Είναι μια τάση που έχει παρατηρηθεί στη διάρκεια της πανδημίας : οι άνθρωποι να κοιτάζουν πίσω σε πιο ευτυχισμένες και καλύτερες στιγμές. Είναι ευκολότερο από το να κοιτάζεις μπροστά. Οι άνθρωποι παρακολουθούν παλιές τηλεοπτικές εκπομπές, ταινίες και ακούνε παλιά μουσική. Νομίζω ότι αυτό μπορεί να σχετίζεται εν μέρει με το γιατί η κασέτα έχει μια αναζωπύρωση», αναφέρει ο ντράμερ Joe Seaward στο ΝΜΕ.

Η κασέτα δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1960 και εδραιώθηκε το 1980 με την άνοδο του Walkman της Sony. Τώρα μετά την επανάσταση της ψηφιακής μουσικής, μια γαλλική εταιρεία που είναι και η μοναδική στην Ευρώπη, εξακολουθεί να κατασκευάζει κασέτες.

Η εταιρεία αυτή που ονομάζεται Mulann, παράγει μαγνητικές ταινίες για μαγνητικές κάρτες όπως οι τραπεζικές κάρτες και επίσης για χρήση ήχου, που χρησιμοποιούνται κυρίως από επαγγελματίες μηχανικούς ηχογράφησης που χρησιμοποιούν αναλογική μορφή για μαγνητοταινία ταινιών και μουσικής.

Το 2016, η Mulann δημιούργησε μια θυγατρική εταιρεία, Recording The Masters, για να επωφεληθεί από την τεράστια αύξηση της ζήτησης για αναλογικό ήχο, που όπως ανέφερε έφθασε στο 80%. Δύο χρόνια αργότερα, το 2018, (μετά την απόκτηση του δικαιώματος χρήσης των ίδιων ταινιών με τις ταινίες BASF και AGFA από τους Γερμανούς κατασκευαστές της δεκαετίας του 1980), κατάφερε να κυκλοφορήσει μια νέα βελτιωμένη έκδοση που ονομάζεται Fox.

Ο Davy Law Chun-fung, ιδρυτής της δισκογραφικής εταιρίας Neoncity Records, δήλωσε ότι ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων που αγοράζουν κασέτες σήμερα είναι νέοι.

«Μερικοί από τους νεότερους ακροατές αρέσκονται σε κασέτες επειδή αισθάνονται ρετρό και vintage. Απολαμβάνουν να ακούνε κραυγές ή στατικούς ήχους που έχουν μερικές φορές οι κασέτες. Αυτό είναι πολύ διαφορετικό από τη ροή ή την ψηφιακή μουσική, η οποία ακούγεται το ίδιο ακόμα και αφού ακουστεί ακόμη και 100 φορές.»

«Μια κασέτα μπορεί να ακούγεται διαφορετική αφού την ακούσετε 10 φορές λόγω της φθοράς των μαγνητικών σωματιδίων στην ταινία», είπε.

Οι κασέτες προτιμούνται επίσης από νέους ακροατές, επειδή είναι πιο προσιτές και αποθηκεύονται πιο εύκολα από άλλες αναλογικές μορφές μουσικής, όπως δίσκους βινυλίου.

Η Neoncity Records κυκλοφόρησε την πρώτη της κασέτα το 2017 και έκτοτε έχει παράγει περισσότερα από 70 άλμπουμ σε κασέτες που κατασκευάζονται στον Καναδά και το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι η μόνη δισκογραφική εταιρεία στην πόλη που κυκλοφορεί τακτικά κασέτες. Η ετικέτα ειδικεύεται στο future funk, ένα είδος που περιλαμβάνει αναδιάταξη και εκσυγχρονισμό των ήχων της δεκαετίας του ’80 και του ’90.

Σχεδόν το 90% των πωλήσεων της Neoncity Records προέρχονται από το εξωτερικό, με την πλειονότητα των ΗΠΑ. Μια αύξηση που οφείλεται εν μέρει στον Covid-19 καθώς οι άνθρωποι μένουν στο σπίτι περισσότερο αναζητωντας νέες επιλογές ψυχαγωγίας.

Ένας άπληστος συλλέκτης κασετών, ο Law, είναι αισιόδοξος για το μέλλον της αναγέννησης της κασέτας : «Είναι σαν ένας κύκλος όπου τα πράγματα επιστρέφουν και γίνονται ξανά δημοφιλή κάθε 10 χρόνια. Και δεδομένου ότι η αναβίωση της κασέτας συνεχίζει να είναι ισχυρή στις Ηνωμένες Πολιτείες και μόλις ξεκίνησε στην Ιαπωνία, υπάρχει ακόμα χρόνος για να συνεχίσει να αναπτύσσεται στο Χονγκ Κονγκ», είπε.

«Η μουσική είναι κάτι πολύ περισσότερο από απλά τραγούδια που μπορείτε να ακούσετε στο smartphone ή τον υπολογιστή σας. Η φυσική μουσική μπορεί να απολαύσει τέσσερις από τις πέντε βασικές αισθήσεις. Σίγουρα, η ψηφιακή μουσική είναι βολική, αλλά έχοντας ένα φυσικό αντίγραφο, μπορείτε να το απολαύσετε με πολλούς περισσότερους τρόπους».

Γιάννης Αλεξίου

Add comment

Pylos Live Radio, All Rights Reserved. // Created by 12 Gods Web Designs